Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

ΣκιαΓραφώ

Δείτε το βιογραφικό της Πολυφωνικής Χορωδίας Πάτρας:
http://mpanalisis.blogspot.com/2012/03/blog-post_25.html
Συνέντευξη με το Μο Στάυρο Σολωμό
  (πρώτο μέρος)




1. Μπορείτε να μας πείτε τη Φιλοσοφία, βάση της οποίας λειτουργεί τόσα χρόνια ο οργανισμός της "Πολυφωνικής"?

Όταν το 1983, μια ομάδα Πατρινών μουσικόφιλων-χορωδών και εγώ, πήραμε την απόφαση της ίδρυσης ενός χορωδιακού φορέα, με διαφορετικές παραμέτρους, αλλά και με στόχους και τρόπους λειτουργίας, που όφειλαν να διαφέρουν από τους κρατούντες εκείνη την εποχή, οριοθετήσαμε παράλληλα και την βάση, τη ‘’φιλοσοφία’’ όπως την αποκαλείτε, στην οποία θα στηρίζαμε το όνειρο μας.
Πιστεύω πως οι αξίες που παρατίθενται, αναδεικνύουν τις σκέψεις εκείνες, που πάντα και κατά την προσωπική μου άποψη, είναι εξ ίσου σύγχρονες, όσον και απαραίτητες, 30 σχεδόν χρόνια μετά από την ίδρυση της ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΗΣ:
Αναφέρομαι στη ΣΥΝΕΠΕΙΑ, στην ΟΡΓΑΝΩΣΗ, στην ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ στον ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟ, αλλά και στον ΑΥΤΟΣΕΒΑΣΜΟ.
Θεωρώ πως κάθε ιδιώτης φορέας [μακάρι και ο Δημόσιος] που σέβεται τον εαυτόν του και επιθυμεί να κατακτά το δυνατόν υψηλότερους στόχους, θα πρέπει να κινηθεί γύρω από αυτές τις αρχές. Νοήματα και πράξη που προσπαθούμε ΠΑΝΤΑ, να μεταλαμπαδεύουμε σε κάθε νέο μας συνεργάτη, αλλά και να τα υπενθυμίζουμε σε κάθε παλαιότερο.

2. Θα πειραματιζόσασταν μουσικά μέσα από μια συνεργασία δοκιμάζοντας ένα ύφος ή είδος μουσικής διαφορετικό από αυτό που έχετε επιλέξει?

Το ύφος της ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΗΣ, είναι και παραμένει ΧΟΡΩΔΙΑΚΟ. Αυτό αποτελεί ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΗ επιταγή. Πλην όμως αυτό δεν αποκλείει, την προσέγγιση άλλων μουσικών χώρων ή τεχνών, αν αυτό κρίνεται κατά καιρούς, επωφελές για τον Οργανισμό και τη συνολική του προσφορά στον Πολιτισμό και την Κοινωνία [επίσης ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΗ διάταξη].
Θα πρέπει να καταγράψουμε τη διαχρονική ενασχόληση της με την Ορχηστρική μουσική [σήμερα μέσω της Φιλαρμονικής Ορχήστρας και παλαιότερα με Ορχήστρα ποικίλης μουσικής, πλέον των όσων σχημάτων κλασσικής μουσικής δημιουργήθηκαν στο πλαίσιο των εργασιών του Αχαϊκού Ωδείου του Οργανισμού μας], αλλά και με τη Θεατρική πράξη [μέσω του Θεατρικού Εργαστηρίου μας, ήδη από το 2007].
Αυτά σε μόνιμη βάση. Διότι περιοδικά οι συνεργασίες των χορωδιών μας, έχουν αναδείξει υπέροχα αποτελέσματα με εγχώριους καλλιτέχνες μεγάλου βεληνεκούς, προσαρμόζοντας τη μουσική τους, σύμφωνα με τη δική μας χορωδιακή αντίληψη [Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Πλέσσας, Σπανός, Κατσαρός, Χατζής, Κηπουργός, Τενίδης, Κλάββας κ.α.]
Καταληκτικά θα πρέπει να σημειώσω πως ο Οργανισμός μας, από τη φύση του και τη νοοτροπία του, είναι ‘’ανοικτός’’ σε κάθε νέα πρόταση, η οποία μπορεί να συμβάλει στους καταγεγραμμένους στόχους του, για τον Πολιτισμό και τη Μουσική.

3. Πώς θα περιγράφατε την σχέση του μαέστρου με την  χορωδία? Και αυτή η σχέση αλλάζει από τις πρόβες στην συναυλία?


Η απάντηση στην ερώτηση σας, θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο ολόκληρης διατριβής, καθ ‘ όσον δεν είναι δυνατή η μονολεκτική της
περιγραφή. Ωστόσο θα προσπαθήσω να είμαι σύντομος και σαφής, για
την οικονομία του κειμένου.
Στη ‘’διοίκηση’’ του ανθρώπινου δυναμικού, υπεισέρχονται πολλές
παράμετροι, οι οποίες χρήζουν ιδιαίτερης ανάλυσης. Αυτό γιατί ο Μαέστρος είναι, ή πρέπει να είναι, ο πρώτος μεταξύ ίσων και τα μέλη της χορωδίας, η ομάδα η οποία ‘’διευθύνεται’’ από κείνον.
Οι ιδιαιτερότητες της σχέσης αυτής, ανάγονται στο ποιόν και το χαρακτήρα του οπιουδήποτε Μαέστρου, στις δυνατότητες και τις αδυναμίες του, αλλά και στην ποιότητα των μελών της ομάδας, που γίνονται ή όχι αποδέκτες των απόψεων του, όχι μόνον σε καλλιτεχνικό επίπεδο [αυτό ούτως ή άλλως, θα πρέπει να συμβεί], αλλά και σε οργανωτικό- λειτουργικό.
Γεγονός που από την πλευρά του προϋποθέτει γνώση και εμπειρία, αλλά και σωστούς χειρισμούς, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις ‘’κρίσεων’’, όπου θα αποδειχτεί η λογική της ισορροπίας και της σύνθεσης των αντιθέσεων ή η λογική της στείρας κόντρας και της ανερμάτιστης διαχείρισης του ανθρώπου.
Αφού πέρα και πάνω από όλα, τα μέλη της χορωδίας, είναι ‘’άνθρωποι’’ διαφορετικής σύστασης ο καθένας, και τους οποίους καλείται, ο Μαέστρος, να εντάξει και να λειτουργήσει, ως ομάδα.
Σας διαβεβαιώνω, καθόλου εύκολη υπόθεση. Αλλά σε αυτό το σημείο θα αποδειχθεί η ‘’ηγετική’’ του φυσιογνωμία, ο χαρακτήρας και τα παιδαγωγικά του στοιχεία, ακόμα και όταν ο ίδιος φαντάζει, σαν τον ‘’απόλυτο’’ δικτάτορα, στις όποιες επιλογές του. Γιατί η μουσική και κάθε τέχνη άλλωστε, χρειάζεται την καλώς εννοούμενη πειθαρχία, για να προχωρήσει στους στόχους της. Η αντίθετη περίπτωση θα θυμίζει κάποιο ‘’φθηνο- ερασιτεχνικό’’ αποτέλεσμα, το οποίο δεν με αφορά και ασφαλώς δεν υπάρχει ως μοντέλο, στην προσωπική μου πορεία.
Στο δεύτερο σκέλος της ερώτησης σας, θα μπορούσα να απαντήσω, συντομογραφώντας την άποψη μου. Τα λάθη των δοκιμών, είναι δυνατόν να συμβούν και στη συναυλία. Ελαχιστοποιώντας τις αδυναμίες, μέσω επιμελημένης, συνεπούς και αδιάλειπτου εργασίας, με τα μέλη της χορωδίας, επιτυγχάνει κανείς το βέλτιστο αποτέλεσμα, εξαιρουμένων των εξωγενών παραγόντων. Σε κάθε περίπτωση η μαγική λέξη ‘’δοκιμή’’
είναι η μόνη συνταγή της επιτυχίας. Αυτό αποτελεί καταστάλαγμα της διαχρονικής μου πορείας και της εμπειρίας που συνέλεξα, εργαζόμενος με χορωδίες ήδη από το 1978.
Ίσως και κάτι τελευταίο. Ο Μαέστρος, οφείλει και πρέπει να είναι φίλος με κάθε συνεργάτη του, στο βαθμό που η σχέση του αυτή, δεν διαταράσσει το πραγματικό του έργο. Τα στοιχεία του σεβασμού, της κατανόησης, της συνέπειας, της ομαδικότητας, της πειθαρχίας, είναι στοιχεία που οφείλουν να διέπουν αμφίπλευρα, το Μαέστρο και τα μέλη της Χορωδίας.

4.  Πώς καταφέρνετε να γίνει προσιτή η κλασική μουσική στο μη εξοικειωμένο κοινό?

Πρέπει να γίνει απόλυτα αντιληπτό , πως δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση. Αν αναλογιστούμε πως η χώρα μας δε διαθέτει την ‘’ευρωπαϊκή’’ μουσική παράδοση και δη τη χορωδιακή, σε βαθμό που το κοινό να είναι σε μέγιστο βαθμό εξοικειωμένο, η διαχρονική μας προσπάθεια βασίζεται στην ‘’εκπαίδευση’’ του, μέσα από διαφορετικού ύφους συναυλίες, με στόχο τη βαθμιαία προσέγγιση του, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό.
Μη πιστεύετε λοιπόν, πως το καταφέρνουμε πάντοτε. Όμως πάντοτε προσπαθούμε, αφουγκραζόμενοι τις αναζητήσεις ίσως και τις επιθυμίες του κοινού. Γνωρίζουμε πότε και γιατί το κοινό ενθουσιάζεται. Γνωρίζουμε ότι μαζί με την κλασική φόρμα, μια διαφορετική σύγχρονη προσέγγιση, θα ήταν αρεστή στο μέσο ακροατή. Αποφεύγουμε φόρμες που αφορούν σε εξαιρετικά ‘’ειδικευμένο’’ κοινό, όχι διότι είμαστε οπαδοί του αναχρονισμού, αποδίδοντας μόνον Αναγεννησιακή μουσική π.χ., αλλά διότι αποτεινόμαστε σε μία ευρύτερη μερίδα της κοινωνίας μας, η οποία θα πρέπει να εκπαιδευτεί διαχρονικά, θα πρέπει να ‘’ψυχαγωγηθεί’’ με την κυριολεκτική έννοια του όρου, και να φύγει από τη συναυλία, ευχαριστημένη και γεμάτη από ήχους που πλημμύρισαν τον εσωτερικό της κόσμο.
Πολλές φορές, κάνουμε γενικώς, το λάθος, να ερμηνεύουμε έργα που αρέσουν σε μας. Αυτό δεν επιτυγχάνει την προσέγγιση με τον ακροατή μας, διότι πιθανώς τα δικά μας ενδιαφέροντα να είναι σε ευθεία αντίθεση με τα δικά του.
Δοκιμασμένη και επιτυχημένη συνταγή είναι οι θεματικές ενότητες, όπως το Χριστουγεννιάτικο Κοντσέρτο του Οργανισμού μας, οι συνεργασίες με Ορχήστρες και επιφανείς καλλιτέχνες, η Θρησκευτική μουσική, οι συναυλίες κοινωνικών στόχων κ.α., που βοηθούν στην διοχέτευση του έργου μας και σε μερίδες της κοινωνίας, οι οποίες ποτέ ίσως, δεν ασχολήθηκαν με ένα χορωδιακό ακρόαμα.
Πέρα όμως και πάνω από όλα, η ποιότητα του προσφερόμενου προϊόντος, αποτελεί  σημαντικό ρόλο, στην προσέλευση ενός ακροατηρίου [η γνώση για το τι ακριβώς και από ποιους, θα ακούσει], το οποίο οφείλεις να κερδίσεις, παρουσιάζοντας την κοπιώδη και πολύμηνη πολλές φορές, εργασία σου.
Δίνω ένα παράδειγμα: Ο ακροατής που θα φύγει από τη Χριστουγεννιάτικη συναυλία, νοιώθοντας το μήνυμα της μεγάλης γιορτής της Χριστιανοσύνης και όχι απλώς με το συναίσθημα της ακροαματικής συμμετοχής μιας όποιας συναυλίας, είναι εκείνος που πλησίασε το στόχο μας. Που δεν είναι άλλος, από το να τον κερδίσουμε και να τον έχουμε σύντομα μαζί μας και στην επόμενη συναυλία. Είναι το πρώτο στάδιο της εκπαίδευσης του.   

 5. Τι δίνει και τι λαμβάνει από το κοινό της?

Εννοώντας την κλασσική μουσική με τη γενικότερη σημασία της [αν και ο όρος χρήζει ιδιαίτερης ανάλυσης], ασφαλώς προσφέρει την προσέγγιση του ακροατηρίου με τα αριστουργήματα, που από την προ-αναγεννησιακή μουσική μέχρι και των ημερών μας έχουν γραφτεί. Σε μία περιορισμένη μερίδα που ασχολείται ιδιαίτερα με τη μελέτη, ασφαλώς προσφέρει εκπαίδευση και μάλιστα όταν οι ερμηνείες προσεγγίζουν την τελειότητα της απόδοσης του ύφους και του συνθέτη, αναλόγως της εποχής που τα έργα έχουν γραφτεί.
Δεν είμαι οπαδός της άποψης, του ότι η κλασσική μουσική είναι ελιτίστικη μουσική και απευθύνεται σε λίγους και μυημένους. Ακριβώς αντίθετα. Άλλωστε ο κάθε ακροατής, είναι ελεύθερος και χωρίς αποκλεισμούς να παρακολουθεί τη μουσική που τον ενδιαφέρει, γεγονός που δεν είναι αποτρεπτικό στο να παρακολουθήσει και μία συναυλία κλασσικής μουσικής. Γνωρίζω πολλούς συμπολίτες μας, οι οποίοι ασχολούνται ενεργά με την όπερα π.χ. , αλλά παράλληλα είναι θαυμαστές των ρόκ ακουσμάτων. Η μουσική έχει θέση για όλους.

 6. Πιστεύετε ότι είναι δύσκολο ή εύκολο κάποιος να ασχοληθεί με τη μουσική (επικεντρώνομαι στη κλασσική) στην Ελλάδα?

Μετά το 1970 υπήρξε αναφανδόν άνθηση στην Ελληνική μουσική εκπαίδευση, σε αντίθεση με τα δύσκολα χρόνια που προηγήθηκαν. Τα Ωδεία γνώρισαν ‘’ημέρες δόξας’’ και μεγάλη μερίδα των γονέων, έστελναν τα παιδιά τους για κτήσεις μουσικών γνώσεων. Μετά το 1990 άρχισε να παρουσιάζεται κάμψη σε αυτή την εισροή νέων μαθητών, η οποία κορυφώθηκε μετά το 2008, οπότε και παρουσιάστηκαν τα σημεία της σημερινής οικονομικής κρίσης, που λειτούργησαν ανασταλτικά στην προσέλευση νέων μαθητών, λόγω οικονομικών προβλημάτων, κατά κύριο λόγο.
Παρ’ όλα αυτά μία γενική εκτίμηση είναι, ότι παρέχονται [σε γενικές γραμμές] γνώσεις υψηλού επιπέδου, από τα αναγνωρισμένα από το Κράτος Ωδεία [Δημοτικά και ιδιωτικά]. Με την προσθήκη και των Μουσικολογικών Σχολών των Πανεπιστημίων Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Κέρκυρας, οι σπουδές ανήλθαν και σε Πανεπιστημιακό επίπεδο, αν και ποτέ στην πατρίδα μας δεν λειτούργησε Ακαδημία Μουσικής, όπως συμβαίνει σε όλο τον κόσμο και παρά τις συχνές μεγαλόστομες εξαγγελίες των πολιτικών μας περί της επικείμενης ίδρυσης της.
Υπάρχουν σαφώς και οι παρενέργειες του συστήματος, όπως η υπαγωγή της Μουσικής στο Υπουργείο Πολιτισμού και η ‘’κόντρα’’ αυτής της υπαγωγής με το Υπουργείο Παιδείας, στο οποίο ανήκει η σχολική μουσική εκπαίδευση.
Όπως επίσης και η ‘’αδυναμία’’ του συστήματος να αξιολογεί ‘’ακριβοδίκαια’’ τις απονομές των Ωδειακών πτυχίων και διπλωμάτων, που σε αρκετές περιπτώσεις, θυμίζουν ‘’βιομηχανία’’ εξαγωγής τίτλων σπουδών, άνευ αντικρίσματος.
Σε τοπικό επίπεδο και όσον αφορά στο ‘’Αχαϊκό Ωδείο’’ και στη Σχολή Ελεύθερων Μουσικών Σπουδών ‘’Mousikorama’’ του Οργανισμού μας, μπορώ να καταγράψω αβίαστα το γεγονός, πως παρά την κρίση, αντέχουμε ακόμα, με σημαντικό μαθητολόγιο και πέραν πάντων με επιμελημένη εργασία, τόσον σε κλασικό επίπεδο σπουδών, όσον και στο αντίστοιχο των ελευθέρων, πραγματοποιώντας σημαντικές μειώσεις στα δίδακτρα των σπουδαζόντων και παρέχοντας κίνητρα καλλιτεχνικά και οικονομικά, ώστε η επιθυμία ενός σπουδαστή μικρού ή μεγάλου να μετουσιώνεται σε πράξη, μη απαγορευτική για τον οικογενειακό προϋπολογισμό και με δεδομένο πως ο Οργανισμός μας είναι μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, μη επιδοτούμενος από οποιονδήποτε δημόσιο, δημοτικό ή άλλο φορέα.

7. Ποιες είναι  οι πηγές εσόδων και τον τρόπο λειτουργίας ενός  μη κερδοσκοπικού ιδρύματος εφόσον γνωρίζω ότι η «Πολυφωνική» δεν απασχολεί εργαζόμενους αλλά μόνο εθελοντές?

Το γεγονός πως η ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΗ είναι Οργανισμός μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, ιδιώτης φορέας, μη επιδοτούμενος και πως όλα τα στελέχη των τμημάτων της προσφέρουν ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΩΣ τις καλλιτεχνικές τους υπηρεσίες μη αμειβόμενα, δεν σημαίνει πως δεν έχει σημαντικό κόστος λειτουργίας.
Με βάση τον ετήσιο προϋπολογισμό που συντάσσεται από τους αρμοδίους και εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού, απαιτείται το ποσόν κατ’ εκτίμηση των € 70.000.- για τη λειτουργία και συντήρηση του [ενοίκια, ηλεκτρικό ρεύμα, επικοινωνίες, καθαριότητα, αναλώσιμα κ.λπ.].
Το κόστος αυτό εξυπηρετείται από τέσσερεις πηγές:
Οι συναυλίες των τμημάτων του Οργανισμού, που εφ’ όσον έχουν εισιτήριο, αφαιρουμένων των εξόδων παρουσιάζουν θετικό αποτέλεσμα για το Ταμείο.
Οι περιοδικές χορηγίες ιδιωτών φορέων της πόλης μας, ή και των τοπικών Δημοσίων υπηρεσιών [Περιφέρεια, Δήμος].
Το ποσοστό επί των διδάκτρων του Ωδείου και της Μουσικής Σχολής, αφαιρουμένων των μισθοδοσιών των διδασκόντων καθηγητών.
Οι συνδρομές των μελών μας, που αποτελούν και την κύρια πηγή ‘’εισοδήματος’’ της ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΗΣ, χωρίς τις οποίες η λειτουργία της, θα ήταν αδύνατη.
Με τη λογική αυτή, μικροί και μεγάλοι, από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου, μέχρι το μικρότερο μέλος της Προπαιδικής Χορωδίας, συμβάλουν στη διατήρηση του χώρου, αν και παρ’ όλα αυτά και πολλές φορές μάλιστα, έχουμε βρεθεί σε οικονομικό αδιέξοδο, λόγω του υψηλού κόστους λειτουργίας μας και ιδιαίτερα του ενοικίου των εντευκτηρίων του Οργανισμού.
Θα πρέπει να συναθροιστεί και το γεγονός, της ακεραίας συμβολής των μελών στην οποιαδήποτε καλλιτεχνική μετακίνηση [εφ’ όσον δεν υπάρχουν διαφορετικές προϋποθέσεις], της κατασκευής των ατομικών στολών κ.λπ.


Το δεύτερο μέρος της συνέντευξης θα ανέβει την επόμενη εβδομάδα.



Δεν υπάρχουν σχόλια: