Συχνά μνημονεύεται η φράση του Νίτσε «Ό,τι δεν μας σκοτώνει μας κάνει πιο δυνατούς», εδώ όμως ισχύει το ό,τι δεν μας σκοτώνει μπορεί και να μας κάνει να σπάσουμε.
«Άνοιξα την ντουλάπα μου και έβγαλα δύο μεγάλα κουτιά. Τα ακούμπησα πάνω στο κρεβάτι και τα άνοιξα. Το περιεχόμενό τους, ενώ έπρεπε να το είχα πετάξει, ήταν ακόμη εδώ, για ώρα ανάγκης. Όπως τώρα. Για να μου φέρει το παρελθόν, που ήθελα να ξεχάσω, κατάμουτρα. Να το δω σαν θηρίο μπροστά μου και επιτέλους να μην τρομάξω. Να το αντιμετωπίσω και να το νικήσω. Αμ δε.
» Με χέρι που έτρεμε άρχισα να χαζεύω επιστολές, σημειώματα, μπιχλιμπίδια, σταυρουδάκια από κάποιες βαφτίσεις και μερικές φωτογραφίες δεμένες με μια μπορντό κορδέλα. Άρχισα να τις κοιτάζω μέχρι που είδα αυτή που έψαχνα. Εμένα και τον Νικόλα στα δεκαοχτώ μας να χορεύουμε σ’ εκείνο το πάρτι που είχε κάνει η αδελφή μου. Πριν προλάβουν να με ξαναπιάσουν τα κλάματα, την πέταξα μέσα στο κουτί κι έκλεισα το καπάκι. Το παρελθόν ήταν εκεί μέσα και ήταν ακόμη άγριο. Οι Σπέτσες ήταν ο τόπος που μου συνέβη το μεγαλύτερο πλήγμα της ζωής μου και δεν ήθελα όχι να τον αντιμετωπίσω, αλλά ούτε να ξανακούσω γι’ αυτόν».
Ένας ανεκπλήρωτος εφηβικός μεγάλος έρωτας ξαναζωντανεύει 40 χρόνια μετά. ‘Ένα ερωτικό μυθιστόρημα στο οποίο πρωταγωνιστούν η Ιωάννα, ο σύζυγος της ο Κώστας, ο εφηβικός της έρωτας ο Νικόλας, η κόρη της Κλειώ και ο γιός του Νικόλα ο Στέφανος.
Σύγχρονη πλοκή σε Αθήνα, Βρυξέλες, Λονδίνο και Σπέτσες αλλά και συναρπαστικά flash back από τα χρόνια της χούντας, της μεταπολίτευσης και γενικά της δεκαετίας του ’70.
Αφιερωμένο στον πρώτο μας εφηβικό έρωτα,
στις πρώτες μας απογοητεύσεις
και στις πρώτες μας εφηβικές μελαγχολίες.
Δέκα ιστορίες που μας τις διηγούνται δέκα αγόρια και που η μία μπαίνει μ’ ένα περίεργο τρόπο μέσα στην άλλη. Ο ένας είναι ετοιμοθάνατος, ο άλλος delivery boy, ο επόμενος αξιωματικός του στρατού, ένας μουσικός, ένας που δουλεύει σε τηλεοπτικό στούντιο, ένας δημόσιος υπάλληλος, ένας φοιτητής, ένας ταξιτζής, ένας γιος πολιτικού κι’ ένας επαγγελματίας ζιγκολό.
Ιδού μερικά αποσπάσματα.
ΣΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ
- «Αν θέλεις να γνωρίσεις άντρες με τέτοια αυτοκίνητα, εγώ είμαι εδώ.
Μου έκλεισε το μάτι κι’ έφυγε δίνοντας μου ένα χαρτάκι που είχε γραμμένο το τηλέφωνο του. Δεν πολύ κατάλαβα εκείνη τη στιγμή μέχρι που επανήλθε ένα απόγευμα μετά την προπόνηση λέγοντας μου ότι κάτι ήθελε να μου πει. Ντυθήκαμε και πήγαμε προς το αυτοκίνητό του. Εκείνη την εποχή είχε ένα mini cooper, που το ‘χε πάρει μεταχειρισμένο. Όταν μπήκαμε μέσα και ήμασταν οι δυο μας μου ξεφούρνισε το παραμύθι. Είχε λέει έναν τύπο με πολλά λεφτά, που του άρεσαν οι ανωμαλίες. Ξύλο, βρισίδι και τέτοια. Γούσταρε όμως μόνο τεκνά….»
DELIVERY BOY
«Είμαι ο Χρήστος είμαι είκοσι τριών χρόνων και αντικειμενικά είμαι πολύ ωραίο παιδί. Και μου το έχουν πει, αλλά το βλέπω κιόλας στο τρόπο που με κοιτάζουν οι γυναίκες και οι αδελφές. Περπατάω και γυρνάνε κεφάλια. Πάω στα club και τα κεράσματα μου έρχονται απ’ όλες τις κατευθύνσεις. Όταν ο Σταύρος με πήγε ένα βράδυ στο σπίτι ενός φλώρου γνωστού σχεδιαστή, έκανε σαν τρελός με την πάρτη μου. Ήθελε να ξαναβρεθούμε και μου έταξε ότι θα με στείλει σε πρακτορείο για να γίνω μοντέλο.»
Η ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ
«Όταν επέστρεψε καθόμουν σα μαλάκας και κοίταζα τον πίνακα του ηλεκτρικού. Αυτή ήταν τόσο καυλωμένη πια που με πλησίασε και μου τον έπιασε κατ’ ευθείαν. Την κόλλησα στον τοίχο, την ξεβράκωσα και την γάμησα εκεί επί τόπου στα όρθια.
Έτσι ξεκίνησε η γνωριμία μου με την Γιώτα. Επεισοδιακά και ομολογουμένως εντυπωσιακά από την πρώτη στιγμή. Και όπως είναι φυσικό μια τέτοιου είδους γνωριμία ήταν γραφτό να μην σταματήσει πουθενά.»
ΕΝΑ ΥΠΕΡΟΧΟ ΣΧΕΔΙΟ
«Γύρισε προς το μέρος μου και με πλάκωσε στα γλωσσόφιλα ενώ τα χέρια της μου άνοιξαν την ζώνη και μου κατέβασαν το φερμουάρ. Μου τον πέταξε έξω κι’ έσκυψε για να μου τον πάρει πίπα αλλά την σταμάτησα. Την έστειλα να κλειδώσει για να ‘χω το κεφάλι μου ήσυχο, κ’ όταν γύρισε της τον είχα έτοιμο ακουμπισμένο πάνω σ’ ένα πιάτο. «Έλα μωρό μου», της είπα, «το φαί σου είναι έτοιμο». Έβαλε τα γέλια, τον πήρε στο στόμα της και τον κατέβασε μέχρι κάτω. Πως το κάνουνε αυτό μερικές γκόμενες χωρίς να πνίγονται δεν μπορώ να το καταλάβω.»
Η ΠΡΩΤΗ ΜΟΥ ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ Η ΠΑΝΤΟΤΙΝΗ
«Ως πιτσιρικάς μ’ άρεσε πολύ το μάτι και επειδή το είχε καταλάβει έπεφτε στο κρεβάτι και έκανε ότι έπαιζε με το μουνί της για να την βλέπω, κι’ εγώ τρελαινόμουν. Μου ανέβαινε το αίμα στο κεφάλι, έπεφτα πάνω της και την έγλυφα απ’ την κορυφή μέχρι τα νύχια. Το αγαπημένο μας ήταν να της γλύφω το μουνί και μετά να φιλιόμασταν στο στόμα. Ή εκείνη να μου γλύφει το πούτσο και μετά στο στόμα με γλώσσα. Ήταν οι ωραιότερες καύλες και τα ωραιότερα χυσίματα της ζωής μου. Γι’ αυτό πριν σας είπα ότι η Ζωή ήταν η πρώτη γυναίκα της σεξουαλικής μου ζωής και η παντοτινή.»
Η ΠΥΓΜΑΛΙΩΝ
«Όταν ήμουν δεκαοχτώ όλοι μ’ έκαναν είκοσι πέντε. Επειδή μεγάλωσα στις αλάνες και στα γήπεδα έχω ένα κορμί πέτρα. Οι κοιλιακοί μου είναι «κομμάτια». Και τους διατηρώ. Έχω υποσχεθεί στον εαυτό μου ότι δεν θα γίνω κοιλαράς, γι’ αυτό προσέχω το φαί μου, δεν πίνω, δεν κάνω καταχτήσεις και γυμνάζομαι ανελλιπώς. Με το που βγαίνω απ’ το σπίτι μου στο Μπραχάμι και μέχρι να φτάσω στο στούντιο, αν έχω διάθεση μπορώ να δώσω το τηλέφωνό μου σε τέσσερις πέντε γκόμενες χαλαρά. Και γκόμενες που μετράνε, όχι μπάζα. Κι’ αυτό καθημερινά έτσι; Δεν ξέρω τι συμβαίνει, δεν υπάρχουν πολλοί άντρες, δεν γαμάνε πια, έχουν γίνει όλοι φλώροι γιατί είναι της μόδας;
Αλλιώς γιατί οι γυναίκες είναι τόσο διψασμένες για πούτσο;»
"Ήττα δεν είναι να σκέφτεσαι τους φόβους σου, ήττα είναι να φοβάσαι τις σκέψεις σου". Ο Μανόλης φόρεσε το μαγιό του και ξεκίνησε να πάει προς τη μικρή παραλία, να συναντήσει και τους υπόλοιπους. Ο ήλιος, διαγράφοντας την καθημερινή του τροχιά, πήγαινε προς τη δύση του σκορπώντας ένα φως που γλύκαινε τα πάντα τριγύρω. Τα δυνατά τους γέλια τον έκαναν να κοντοσταθεί και να τους χαζέψει για λίγο από μακριά. Ο Άλκης με τον Μίμη κολυμπούσαν, ο Παντελής με την Εύη έπαιζαν ρακέτες, ο μικρός παράβγαινε στο τρέξιμο με τα σκυλιά και οι μεγάλοι, αραχτοί, κάτι έλεγαν και χασκογελούσαν σαν ξέγνοιαστα παιδιά. Όλοι τους ήταν μαυρισμένοι, ωραίοι κι ευτυχισμένοι. Τους παράτησε ένα-ένα και θυμήθηκε πώς ήταν ένα χρόνο πριν έρθουν να εγκατασταθούν στο νησί. Πριν ένα χρόνο η γυναίκα του ήταν στα πρόθυρα της κατάθλιψης, ο μικρός του γιος πάθαινε απανωτές κρίσεις άσθματος, ο Παντελής είχε σοβαρό πρόβλημα με τα ναρκωτικά, η Ελένη μαράζωνε, ο Παναγιώτης ήταν απελπισμένος, η Εύη μες στα νεύρα και ο Άλκης στα χαμένα. Όσο για τον ίδιο, ήταν πνιγμένος στους λογαριασμούς και κάπνιζε τρία πακέτα τσιγάρα την ημέρα. Ένα χρόνο πριν κανείς δεν πίστευε ότι εκείνη η ακραία σκέψη του θα πραγματοποιούνταν και σε πολύ μεγάλο βαθμό θα πετύχαινε το σκοπό της. Κούνησε το κεφάλι και θυμήθηκε τι απάντησε στο δημοσιογράφο που το είχε ρωτήσει αν θα το ξανάκανε. "Αν κάνεις την υπέρβαση μια φορά, δε σταματάς. Εθίζεσαι". Παρακολουθώντας τους, θυμήθηκε επίσης πόσα είχε τραβήξει τον τελευταίο χρόνο, τι κόπος χρειάστηκε για να τους πείσει και πόσα έγινα που τους άλλαξαν τη ζωή. Πριν ένα χρόνο κανείς δεν πίστευε ότι θα παρατούσαν τα πάντα στην Αθήνα και θα μετακόμιζαν σ’ αυτό το μικρό νησάκι, εδώ, στην άκρη του Αιγαίου, που έμοιαζε με βραχονησίδα. Όπως επίσης κανείς δεν πίστευε ότι αυτή τους η πράξη θα προξενούσε τόσο μεγάλη αναστάτωση, που θα ξεσήκωνε όλα τα ΜΜΕ της Ελλάδας...
Λίγα Λόγια...
Ο Νίκος Μουρατίδης γεννήθηκε στην Νίκαια του Πειραιά και ενώ σπούδασε σκηνοθεσία τον απορρόφησε ο κόσμος της μουσικής. Δούλεψε σε εταιρίες δίσκων, στο ραδιόφωνο και σαν δημοσιογράφος γράφοντας πάντα για μουσική. Διετέλεσε στέλεχος στις δισκογραφικές εταιρίες Polygram, CBS, EMI και Universal περνώντας από όλα τα πόστα: Δημόσιες σχέσεις, παραγωγή και A&R manager.
Έχει συνεργαστεί με τους μεγαλύτερους Έλληνες καλλιτέχνες στο χώρο της μουσικής και του θεάτρου.
Έχει γράψει αρκετά σενάρια για την τηλεόραση, έχει πάρει και βραβείο σεναρίου, έχει συνεργαστεί σαν αρθρογράφος στα περισσότερα έντυπα, έχει κυκλοφορήσει δεκάδες συλλογές cd και έχει εκδώσει 6 βιβλία ανάμεσα στα οποία το μυθιστόρημα «Η Βραχονησίδα» και η συλλογή διηγημάτων «Εγώ ήμουν αντράκι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου